Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

Δήλωση του Γεν. Γραμματέα της ΓΣΕΕ κ. Νικ. Κιουτσούκη


Τα στοιχεία “ΣΟΚ” που δόθηκαν στη δημοσιότητα απ’ όλους τους φορείς που μελετούν στατιστικά ΕΛΣΤΑΤ-EUROSTAT-COMISSION –ΟΑΣΑ, καταδεικνύουν  ότι η οικονομική κρίση που πλήττει όλη την Ευρώπη, μετατρέπεται σε ανθρωπιστική κρίση στη χώρα μας, κυρίως από την εφαρμοζόμενη πολιτική της σκληρής λιτότητας και τις λανθασμένες προβλέψεις των τεχνοκρατών του Δ.Ν.Τ.


Η ανεργία που αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα στη χώρα μας, προβλεπόταν ότι θα φθάσει το 15% το 2012 και ξεπέρασε το 27% με στοιχεία Νοεμβρίου !!! Η ύφεση  υπολογιζόταν στο 3,5% και ξεπέρασε το 7%!!!

Η φτώχεια άγγιξε το 32% του πληθυσμού, 6 στους 10 νέους αναζητούν την τύχη τους σε άλλες χώρες, 3.900.000 πολίτες μόλις και μετά βίας επιβιώνουν καθώς το εισόδημά τους είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας,  άλλα 3.900.000 πολίτες αδυνατούν να πληρώσουν τη βαριά φορολογία και το 25% των παιδιών υποσιτίζονται.

Την ίδια ώρα και ενώ η Κυβέρνηση υπολόγιζε ότι με τη μείωση του κατώτατου μισθού θα είχε πατάξει τη μαύρη και ανασφάλιστη εργασία, τα στοιχεία του ΣΕΠΕ αποδυκνείουν  οτι καλπάζει αφού ξεπέρασε το 35% κυρίως στους Έλληνες εργαζόμενους, με συνέπεια τα ασφαλιστικά ταμεία να καταρρέουν.

Τελικά, οι μόνοι που υποστηρίζουν ότι το πρόγραμμα θα …βγεί, είναι ο ΑνθΈλληνας κ. Ολι Ρεν και ο πρώην Πρόεδρος του ΙΟΒΕ και σημερινός Υπουργός Οικονομικών, οι μελέτες του οποίου κατά τη διάρκεια της Προεδρίας του στο ΙΟΒΕ ήταν ταυτόσημες με τις προβλέψεις των τεχνοκρατών του Δ.Ν.Τ.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι αν η κυβέρνηση δεν αλλάξει πολιτική με επαναδιαπραγμάτευση των όρων των μνημονίων διορθώνοντας τα λάθη του προγράμματος, η οικονομική κρίση θα μετατραπεί σύντομα σε ανθρωπιστική κρίση και οι αντιδράσεις της κοινωνίας θα είναι ανεξέλεγκτες.

Η παραδοχή του λάθους μίγματος εκ μέρους των τεχνοκρατών του Δ.Ν.Τ.  που ο σημερινός Πρωθυπουργός έγκαιρα είχε διαβλέψει ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποτελεί δήλωση γενναία.

 Η πράξη γενναιότητας όμως, θα ολοκληρωθεί, εάν υπάρξει αλλαγή πολιτικής, στροφή στην ανάπτυξη και στη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων και επενδύσεων.

 Ο σίγουρος δρόμος όμως, εάν θέλουμε να σταματήσει ο κατήφορος, είναι η πίεση προς τους  εταίρους μας για την πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση της Ευρώπης, ώστε να ισχύουν ενιαίοι όροι και κανόνες για όλα τα κράτη μέλη, να σταματήσει ο εσωτερικός ανταγωνισμός και η εσωτερική μετανάστευση εργαζομένων.

Εάν αυτό δεν επιτευχθεί το όραμα της ισχυρής ενιαίας Ευρώπης σύντομα θα αποτελέσει  “όνειρο θερινής νυκτός”.