Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009

Η εξιστόρηση μιας τραγωδίας

Συνεχίζοντας την ανάδρομη στην ιστορία του Ελληνικού σιδηροδρόμου παραθέτουμε την αφήγηση του συνταξιούχου σιδηροδρομικού κ. Δημητρίου Μυλωνά αυτόπτη μάρτυρα της ανατίναξης του τραίνου στην Ξάνθη την περίοδο του εμφύλιου πολέμου. κ. Μυλωνάς στην πολυσέλιδη επιστολή που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ» εξιστορεί με κάθε λεπτομέρεια τα θλιβερά γεγονότα που συνέβησαν την περίοδο του εμφυλίου αλληλοσπαραγμού και ειδικότερα στην ανατίναξη του τρένου στην περιοχή της Ξάνθης. Λόγω της μεγάλης έκτασης της επιστολής δημοσιεύουμε τα κύρια σημεία της και ιδιαίτερα τα γεγονότα που συνέβησαν την 19η Ιουλίου του 1948 όπου ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Γράφει ο κ. Μυλωνάς. « Με την ανατολή του ήλιου, ξεκινήσαμε για τον έλεγχο της γραμμής με τον συνάδελφο μου Φίλιππο Καφετζόπουλο. Η φρουρά μας 4 χωροφύλακες. Στο χιλιομετρικό σημείο ( Χ.Σ) 316 +100 πάνω σε μια μεταλλική γέφυρα, γινότανε η αλλαγή φρουράς. Μας περνάνε οι στρατιώτες που ερχότανε από το φυλάκιο Κοπτερού μας πήγαιναν ως το τέρμα το ΧΣ 310+00 και επιστροφή. Περάσαμε από το ΧΣ 315+500 που έγινε το συμβάν χωρίς να αντιληφθούμε το παραμικρό. Κατά την επιστροφή μας περί ώρα 10 π.μ. ακούσαμε μια τρομακτική έκρηξη που συγκλόνισε όλη την περιοχή. Ένα σύννεφο μαύρου καπνού ανέβαινε σαν μανιτάρι στον ουρανό. Αχ ,είπαμε, πως δεν βρήκαμε της νάρκες. Αμέσως όμως άρχισαν να ακούγονται πυρά που σε λίγα λεπτά πύκνωσαν με ριπές πολυβόλων, χειροβομβίδων και αργότερα με όλμους. Τότε καταλάβαμε πως με τα την διέλευση μας έγιναν όλα. Άρχισαν να κτυπούν με όλμους το φυλάκιο Κοπτερού και το φυλάκιο του Προφήτη Ηλία . Οι στρατιώτες μας άφησαν και έφυγαν λέγοντας μας « Παιδιά εσείς πάτε προς τον σταθμό Πολυσίτου. Εμείς πάμε να ενισχύσουμε το φυλάκιο μας». Μείναμε για μια ώρα περίπου εκεί παρακολουθώντας τις εξελίξεις. Σε λίγο έφθασε ο στρατός από την Ξάνθη, μαζί τους προχωρούσαμε και εμείς προς το σημείο της ανατιναγμένης αμαξοστοιχίας. Το πυροβολικό από το χωριό Αμαξάδες, άρχισε να σφυροκοπά τις χαράδρες και τα επίκαιρα στρατηγικά σημεία που κρατούσαν οι αντάρτες. Με κάθε προφύλαξη μαζί με τους στρατιώτες, φθάσαμε στο ανατιναγμένο τρένο. Εκείνο που αντικρίσαμε ήταν φοβερό και φρικιαστικό. Αντί να ανατινάξουν το τελευταίο βαγόνι της φρουράς, από λάθος ανατίναξαν το προτελευταίο βαγόνι που ήταν οι εργάτες. Πάτωμα και οροφή τινάχθηκαν στον αέρα μαζί με διαμελισμένα πτώματα των εργατών. Σε ακτίνα 200 μέτρων μαζεύαμε χέρια, πόδια, κεφάλια, τα στοιβάζαμε πάνω σε χειροκίνητο βαγονέτο και τα μεταφέραμε στην Κομοτηνή. Εκεί θρήνος και οδυρμός από τους συγγενείς των άτυχων εργατών που πήγαιναν να βγάλουν το ψωμί των παιδιών τους. Κατόπιν εγώ με ένα στρατιώτη ναρκοσυλλέκτη μαζέψαμε τα καλώδια και είδαμε από ποιο σημείο πυροδότησαν τις νάρκες. Σε απόσταση 20 μέτρων βρήκα έναν αντάρτη σκοτωμένο τον γύρισα ανάσκελα για να δω ποιος είναι και διαπίστωσα ψάχνοντας τις τσέπες του ένα έγγραφο γραμμένο σε γραφομηχανή που έλεγε επί λέξη: «Αρχηγείο του ΕΛΛΑΣ Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Προς τον σύντροφο λοχαγό του σαμποτέρ, καπετάν Ορφέα. Την 19η Ιουλίου 1948 με τα τμήματά σας θα κατεβείτε στην σιδηροδρομική γραμμή Χ.Σ 315+500. Αφού επιλέξετε το κατάλληλο σημείο θα καλυφθείτε εις μακράν απόσταση. Στοπ. Μετά την διέλευση της φρουράς των γραμμοφυλάκων θα τοποθετήσετε τα ανάλογα εκρηκτικά και θα αναμένετε την πρώτη αμαξοστοιχία. Θα ανατινάξετε με προσοχή το τελευταίο όχημα που είναι η στρατιωτική φρουρά. Ταχύτατα θα αφαιρέσετε ότι εφόδια βρείτε και θα θέσετε πυρ στην αμαξοστοιχία. Παράλληλα θα ναρκοθετήσετε εκατέρωθεν το οδικό δίκτυο προς παρεμπόδιση τυχόν ενισχύσεων κυρίως αρμάτων και θα αποχωρήσετε κανονικός». Το έγγραφο αυτό το παρέδωσα σε ένα λοχαγό και εν συνεχεία στην αστυνομία Ιάσμου. Αυτό είναι το ιστορικό εκείνης της μαύρης μέρας όπου άφησαν την τελευταία τους πνοή 19 συνάδελφοί μας». Στην συνέχεια ο κ. Μυλωνάς στην επιστολή του αναφέρει τα ονόματα των νεκρών και των τραυματισμένων συναδέλφων του ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί και στις δικές του επιθανάτιες στιγμές που έζησε την περίοδο του εμφύλιου πόλεμου. Τελειώνοντας την πολυσέλιδη επιστολή του ο κ. Μυλωνάς εκφράζει την πικρία του για την συμπεριφορά της πολιτείας στο θέμα της πρόσληψής του στον τότε ΣΕΚ και στην συνέχεια με την εξέλιξή του στην σιδηροδρομική του σταδιοδρομία. Κλείνοντας εκφράζει τις ευχές του για ένα καλύτερο σιδηρόδρομο αντάξιο αυτών των Ευρωπαϊκών.